|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ψιλόβροχο? — — σκόπευση — ανδροκοίτης — συγγένισσα — σμίκρυνση — γαλλοπούλα — ανάκυψη — ιπποφαγία — ανέλπιδος — φιλοτελιστής — γαλάριος — ανεμβολίοστος — παρείσακτος — κατευθυνόμενος — απόγειο — αλλοτινός — φυγοπόλεμος — κουτσαβάκικος — ανέγγυος — διπλό — ποστρουμάς — μεσοφωνηεντικός |
|||