|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καρτερεύω? — — γεφύρωση — αγλέορας — διαστημόμετρο — σάλπισμα — παρακυλώ — μικροπαντρεύω — γεννησιά — γιορτερός — μονογράφηση — ζευγαρωτός — επιστεγάζω — δεντρήσιος — αντιδιαδήλωση — μικρομεγάλος — νευρολογία — επιπολάζω — σπόρτσμαν — προπαγάνδα — ανημπόρευτος — σύναπάντεμα — φαγεδαινικος |
|||