|
το мор. строп #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово строп? — σαμπάνι как с (ново)греческого переводится слово σαμπάνι? — строп — ρυμοτομικός — κονιαστής — αστειότητα — συνδέτης — αισθηματισμός — μαλάκα — υπερκαλύπτω — ανωνυμογραφία — λουξ — εκβαρβαρώνω — εκτελωνιστής — θεατρώνης — ανεμοδέρνομαι — οξειδώνω — θειάφη — ψαλιδάκι — ήμαρ — παλινδρομικώς — καραβάνι — εισποιητός — τρύπωμα |
|||