|
ο отчим #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово отчим? — πατρυιός как с (ново)греческого переводится слово πατρυιός? — отчим — μεγεθυντικός — φιλόπαις — ετερομήτριος — δέκαθλον — τελματώνομαι — υπερφορτίζω — μοχλοβραχίων — παραγαμημένος — δηλητηριάστρια — αναστηθείς — κουκούλλωμα — μίζερος — ολοσχερώς — αμφιβάλλω — ευκολοδούλευτος — εγχάραγμα — διωγμός — ευμενώς — αναχρέμπτομαι — ξανανοίγω — αμελετησιά |
|||