|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ασημαντότητα? — — λιθοειδής — ανάλειωτος — αντισηψία — αντεπαναστατικά — ασημογόμαρο — παρίας — μπολιασμένος — διαβιβαστής — ιησουίτικος — έκχυσις — ανθοκήπιο — όριο — κατοίκηση — γυριστής — κατσάδιασμα — τετράποδος — ταλανίζω — καμπινέ — περπέρα — ανισοτιμία — μαιτρέσσα |
|||