|
η домоседка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово домоседка? — σταχτοπούτα как с (ново)греческого переводится слово σταχτοπούτα? — домоседка — αντραγάθημα — εκατοστάρικο — κυτίον — μαμούρης — βοηθητικός — ερυσίβη — μεταφραστικά — έμφαση — εμπορούπάλληλος — σεχταριστικά — Θ — αστύλωτος — μετεωρίζω — βοηθιέμαι — κάλφας — ναρκισσίστρια — ασχόλημα — κάψουλα — ανύχτωτος — ραδιοεπαφή — παχύσωμος |
|||