Новогреческий словарь
πιατοθήκη
πιατοθήκη
η
горка, этажерка
(для посуды)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
горка
? —
πιατοθήκη
как на
(ново)греческом
будет слово
этажерка
? —
πιατοθήκη
как с
(ново)греческого
переводится слово
πιατοθήκη
? — горка, этажерка
#
(ново)греческий словарь
—
χειλεοπλαστική
—
ξεκακιώνω
—
καλαμπόρτζος
—
αυτοαποκαλούμενος
—
εμπειριοκρατία
—
βροντοβολώ
—
στρόμπος
—
ασεβώ
—
θριάμβευση
—
μαλλιοτραβώ
—
παροδικότητα
—
πολιορκώ
—
βρογχοσκόπιο
—
διάλειμμα
—
ρευστός
—
ισοψηφία
—
ανομοιομερής
—
φρίσσα
—
εκδούλευση
—
αλμυρό
—
κόρνα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве