Новогреческий словарь
χειρολάβος
χειρολάβ|ος
ο мед.
перевязь
;
σέ ~ο — на перевязи
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
перевязь
? —
χειρολάβος
как с
(ново)греческого
переводится слово
χειρολάβος
? — перевязь
#
(ново)греческий словарь
—
ξέπλεγος
—
στραβολαίμης
—
τρελογιατρός
—
αγορήτρια
—
οιακοστρόφος
—
δυσμένεια
—
απτός
—
καρδιοαγγειογραφία
—
λούστρος
—
γηροκομία
—
αλαφρόγνωμος
—
φιλοσοφικότης
—
παιδικάτα
—
κονδυλοφόρος
—
αντιπαράσταση
—
ξεκουμπίδια!
—
τσοπανόσκυλο
—
βρέγμα
—
χηρεία
—
κλαασικισμός
—
θερίστρια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве