Новогреческий словарь
αγαθοεργία
αγαθοεργία
η
благотворительность
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
благотворительность
? —
αγαθοεργία
как с
(ново)греческого
переводится слово
αγαθοεργία
? — благотворительность
#
(ново)греческий словарь
—
τενεκές
—
πολυτελώς
—
επωαστήρας
—
πέρα
—
πούπουλο
—
μυστικοσύμβουλος
—
σφαλάω
—
λεηλατώ
—
βιομηχανοποιώ
—
προπαίδευση
—
άργιλος
—
λοτρωτικός
—
αργοροκόλλητος
—
ήλθα
—
κεφαλομάντιλο
—
εργάτης
—
τούλινος
—
φυλογονία
—
μεγαλοψυχία
—
διατειχίζω
—
μικρουλάκι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве