|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово γυμνοσπέρματος? — — αιματοποτίζω — ξαφνικός — μπεκιάρισσα — ευδία — επίλογος — αβάνης — υπόβαθρο — ξεκαθίζω — περδικόπουλο — μηκωνέλαιον — μάτς — αναγκαστικώς — υψίπεδο — δραματοποιώ — αναπτυχή — ηψάμην — οροσημαίνω — κλωστοϋφαντικός — ολολυγμός — σοφράνο — μαραζιάζω |
|||