Новогреческий словарь
ενδοκάρδιο
ενδοκάρδιο
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ενδοκάρδιο
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ρήγα
—
φυστίκι
—
ευμενώς
—
οριστικισμός
—
αληθογνωσία
—
αρβαλάω
—
γεάνθρακας
—
σόδημα
—
βουνί
—
συρραφή
—
κρασοπουλειό
—
κοπρόστομος
—
εξασθένωση
—
βαρελοποιία
—
θυμίζω
—
εκπιεστός
—
κεντροαριστερός
—
ανακυκώ
—
κουδαρίτικα
—
χθεσινός
—
καραγκιοζιλίκι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве