|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σμηνίτισσα? — — διεξοδικότητα — νεο- — αργοπληρωτής — φρού-φρού — εμπνευματώ — δεκαπενταύγουστος — πατώ — πτωχαλαζών — οικουρία — ξεχνιούμαι — ερμητισμός — δίκροκος — ανθοκαλλιέργεια — αποχή — αντιφεμινιστικός — πολυγράφηση — μικρόκοσμος — αρραβωνιαστικός — καρίδα — μεγαλοποιούμαι — ανισοκατανομή |
|||