|
η прелюбодеяние; внебрачное сожительство; τέκνο εκ ~ς — незаконнорождённый ребёнок #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово прелюбодеяние? — κλεψιγαμία как на (ново)греческом будет слово внебрачное сожительство? — κλεψιγαμία как с (ново)греческого переводится слово κλεψιγαμία? — прелюбодеяние, внебрачное сожительство — καρικατούρα — γύρισμα — σίζω — έντεκα — χιουμοριστής — λησμονούμαι — Αστυάναξ — δικαιωματικός — αγκαλιαστά — μετάπτωση — ένδακρυς — διήθημα — παρειά — παλικαριάτικο — παραφέρομαι — τραβιουμαι — καταρραχιά — φαλακροκόραξ — αμετροέπεια — δεύτερο — καρμπονάρα |
|||