Новогреческий словарь
ηλιόφως
ηλιόφως
(-ωτος) τό
солнечный свет
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
солнечный свет
? —
ηλιόφως
как с
(ново)греческого
переводится слово
ηλιόφως
? — солнечный свет
#
(ново)греческий словарь
—
μεζεδάκι
—
περισυναγωγή
—
ρεφούλι
—
ολιγόλογος
—
ευκίνητος
—
εξομαλυντικός
—
ανασκουμποχέρης
—
σμηνίτισσα
—
ψευδοσμία
—
ναυσιβλάβεια
—
στύλ
—
βαριοκέφαλος
—
ανατρέφω
—
ιερατείο
—
χερσώνω
—
μπουζούκι
—
ακαριαίως
—
επιβλέπω
—
επαναψύχω
—
πηγαιμός
—
φετιχισμός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве