Новогреческий словарь
ορμόνη
ορμόνη
η фиэиол.
гормон
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
гормон
? —
ορμόνη
как с
(ново)греческого
переводится слово
ορμόνη
? — гормон
#
(ново)греческий словарь
—
υδροσύρτης
—
παραξηγώ
—
επιτιθέμενος
—
διαβιβάζω
—
ιαματικότητα
—
ανδραποδίζω
—
φαρισαίος
—
νεφρίτης
—
ρέκασμός
—
αψηφοφόρητος
—
ληστοσυμμορίτης
—
κωλιά
—
αεροσταθμώ
—
ξεδικιωτής
—
κουτσοδουλειά
—
επίμεμπτος
—
αιματοσπερμία
—
χούγιασμα
—
εκατοστάρικο
—
σερέτισσα
—
εγχέλιον
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве