|
ο аэрометр #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово аэрометр? — αερομετρητής как с (ново)греческого переводится слово αερομετρητής? — аэрометр — νομοσχέδιο — αποτρίβω — μακαρονάδα — πλατύπους — πονέντες — ασύγκλητος — ναυλοτιμαριθμοποίηση — στρείδι — έρμα — ανύχτωτος — πενηντάχρονος — οστρακώδη — παραλλαγή — παραγκάκι — καψοκαλύβας — εισπλέω — πολυβολείο — άωρος — ξυλοκοπτική — δενδροτόμηση — λυτρωμένος |
|||