Новогреческий словарь
υστεροσκόπιον
υστεροσκόπιον
το мед.
гистероскоп
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
гистероскоп
? —
υστεροσκόπιον
как с
(ново)греческого
переводится слово
υστεροσκόπιον
? — гистероскоп
#
(ново)греческий словарь
—
υδρόβιος
—
χρεία
—
νότια
—
γεωγραφία
—
τερματίζω
—
πετσέτα
—
θηρίο
—
μπάσταρδος
—
δίοιξη
—
απειροπόλεμος
—
μητροκτόνος
—
αλιάνιστος
—
γενικότητα
—
αυθυπαρξία
—
πνευμονοπλευρίτιδα
—
ασημόκουπα
—
καρπισμένος
—
ναυτίση
—
νανουριστικός
—
μαίνη
—
στεγνωτικός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве