Новогреческий словарь
αβιογένεση
αβιογένεση
(-εως) η
абиогенез
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
абиогенез
? —
αβιογένεση
как с
(ново)греческого
переводится слово
αβιογένεση
? — абиогенез
#
(ново)греческий словарь
—
λεμφογάγγλιο
—
οίηση
—
τέτανος
—
λησταντάρτης
—
κακοπορεομαι
—
αιμοχαρής
—
αλατοποίηση
—
επωφελής
—
υποσκέλιση
—
λαγκεύομαι
—
γονοκοκκικός
—
οκταπλάσιος
—
εξασθενής
—
αμητός
—
αγύψωτος
—
ακατάργητος
—
γαυρώνω
—
μπανιάρισμα
—
ρωμαλεότητα
—
αξιοσέβαστος
—
εγκιβωτίζω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве