|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αγγελοβλεπούσα? — — αφιλομαθία — ιπποπαραγωγός — αγόγγυστος — απόκεντρος — επαλείφω — μελοποίηση — τήκομαι — υποδεκάμετρο — καλόβουλος — μασουλίζω — αλατιστός — έξαλα — γλυφανίζω — καψάλα — σαπρόφιλα — αμφίκυρτος — επίστρωση — περιελίσσω — δασκαλοπαίδι — δές — κράββατος |
|||