Новогреческий словарь
βορειοανατολικός
βορειοανατολικός
северо-восточный
;
τά ~ά — северо-восток
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
северо-восточный
? —
βορειοανατολικός
как с
(ново)греческого
переводится слово
βορειοανατολικός
? — северо-восточный
#
(ново)греческий словарь
—
οκτάστιχο
—
αιθεροβάμων
—
γαλακτοποίηση
—
γεροντόκοττα
—
εγκλιματίζομαι
—
ευσταθώ
—
εξώπορτα
—
βαριαρρωστω
—
θαυμαστής
—
ισχυρώς
—
ανταλλακτικό
—
προϊστάμενος
—
εξακολουθητικός
—
χοιραδικός
—
πίγκωμα
—
καθήκης
—
σκοποβολή
—
ρεμπέλεμα
—
λάγιαση
—
τρυπανισμός
—
μακροκάνης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве