Новогреческий словарь
σταφυλίτης
σταφυλίτης
ο анат.
язычок
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
язычок
? —
σταφυλίτης
как с
(ново)греческого
переводится слово
σταφυλίτης
? — язычок
#
(ново)греческий словарь
—
υποδηματεργάτης
—
πολύβουος
—
αστερωτός
—
υπαξιωματικός
—
επιδοκιμαστικός
—
αυτότροφος
—
υαλικά
—
αυγουλίλα
—
προάσπιση
—
πευκάκι
—
εφαρμοστά
—
εκχωρητήριον
—
ηλεκτρομηχανή
—
υποδιδάσκαλος
—
αντικομμουνιστής
—
μαδριγάλιον
—
τελεσιγραφικός
—
χασάς
—
κληρικόφρων
—
τεσσάρι
—
σαλτάρισμα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве