|
(-έως) ο медогонка (аппарат) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово медогонка? — μελιτοεξαγωγεύς как с (ново)греческого переводится слово μελιτοεξαγωγεύς? — медогонка — φιλοκττιμοσύνη — λιγούρεμα — γιουχαϊσμός — προχειρολογώ — οχυρώνομαι — αμάραντο — αμυγδαλωτό — διάδικος — ενήφθην — απολεπίζομαι — κεραμόχρους — γυψοκάμινος — ανταπόκριση — παραθύρι — απορροφημένος — ανασκησία — χινοπωριάτικος — κτυπητός — απιστομάω — Ιλλυρός — υπερκοπώ |
|||