|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ιστιοποιείο? — — κατάδοση — εκφοβιστικός — θάλλων — βαρελάς — ακεντρος — ανάβαση — μπατηρίζω — ταβανοσάνιδο — πλησίος — γενάρχης — νιτερέσο — διδάσκαλος — αγοραστής — νοικοκυρεμένα — παννικά — ταχέως — κλωβός — αθρακιά — αναγουλιάρικος — οστεομβελίτιδα — δυσεπηρέαστος |
|||