Новогреческий словарь
συζητητής
συζητητ|ής
ο
спорщик
;
σπουδαίος ~ — мастер спорить
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
спорщик
? —
συζητητής
как с
(ново)греческого
переводится слово
συζητητής
? — спорщик
#
(ново)греческий словарь
—
ξεθηλύκωτος
—
νομοτέλεια
—
ξεθεμέλιωμα
—
ακαδημία
—
ανακογχυλιάζω
—
ουτιδανός
—
κομψευτής
—
απελευθέρωση
—
αροτριώντα
—
τολμώ
—
τρουλίσκος
—
ασπρογάλανος
—
στηρίζω
—
σεισμογραφικός
—
φλοκκωτός
—
ανεμοδούρι
—
φωτοαναγνώριση
—
μαστίχα
—
καλαμιώνας
—
τρώω
—
κοινοβούλιο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве