Новогреческий словарь
σταυροφορία
σταυροφορία
η ист., перен.
крестовый поход
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
крестовый поход
? —
σταυροφορία
как с
(ново)греческого
переводится слово
σταυροφορία
? — крестовый поход
#
(ново)греческий словарь
—
βολιδόσχοινον
—
Γερμανίδα
—
απολυμαντικός
—
οχταετία
—
μεσιτικός
—
οινοχόος
—
λούτσα
—
εξαδυνατώ
—
μισελληνισμός
—
θηλυπρεπής
—
γίγνομαι
—
δεξιότητα
—
τουρισμός
—
ανεπιφανής
—
μακροσκελίζω
—
ήκιστα
—
ρουφιανιά
—
αποκλαμός
—
ατρομπάριστος
—
γυρισιά
—
επινεφρίδιος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве