Новогреческий словарь
πλατυκέφαλος
πλατυκέφαλ|ος
имеющий сплющенный череп
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
имеющий сплющенный череп
? —
πλατυκέφαλος
как с
(ново)греческого
переводится слово
πλατυκέφαλος
? — имеющий сплющенный череп
#
(ново)греческий словарь
—
μεθοδολογία
—
λαμπικαρισμένος
—
ρομβοειδής
—
μαντεία
—
λιβόνοτος
—
δυσαναλογία
—
μελιταίος
—
θυμικό
—
κρόταφος
—
οικοδομημένος
—
λεβιάθαν
—
μεταξού
—
νεκροφιλικός
—
συστρατιώτης
—
δεκαπλάσιος
—
υδροστρόβιλος
—
αρχαϊκός
—
πόνημα
—
συμφιλιωτικώς
—
ρείκι
—
προσθετός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве