Новогреческий словарь
αντιμεταδίδω
αντιμεταδίδω
передавать
;
~ νόσημα — заражать
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
передавать
? —
αντιμεταδίδω
как с
(ново)греческого
переводится слово
αντιμεταδίδω
? — передавать
#
(ново)греческий словарь
—
καρδιοστάλαχτος
—
ανεκπαίδευτος
—
πασαένας
—
παρατραβηγμένος
—
αδιάλλαχτος
—
μενταγιόν
—
ιντερέσο
—
γεωγραφικός
—
συνηθισμένος
—
ποντικότρυπα
—
προφυλακή
—
νταρί
—
προσπάθεια
—
ακάθαρτος
—
λαθρακουστής
—
νιότη
—
Εσθονός
—
φτειάνομαι
—
δωρήτρια
—
γαλήνη
—
ροντώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве