Новогреческий словарь
αβούιστος
αβούιστ|ος
бесшумный, тихий
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
бесшумный
? —
αβούιστος
как на
(ново)греческом
будет слово
тихий
? —
αβούιστος
как с
(ново)греческого
переводится слово
αβούιστος
? — бесшумный, тихий
#
(ново)греческий словарь
—
αιωνίως
—
ρημαδιακός
—
γυναικοθηρεία
—
λουλουδώ
—
αβασκαμένος
—
φεύγα
—
πανηγυριώτισσα
—
αμνησίθεος
—
αλαφρώνω
—
αραυκαρία
—
λυκόρνιο
—
ωκεανογραφία
—
γεωγράφος
—
σβεστός
—
λαρυγγοπληγία
—
τετράμηνο
—
τροχοφόρο
—
θαυμάσια
—
ποδοπάτημα
—
νεοπλατωνισμός
—
πειναλέος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве