|
το зелёная ветка #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово зелёная ветка? — χλωρόκλαδο как с (ново)греческого переводится слово χλωρόκλαδο? — зелёная ветка — αστακοουρά — ερπυστριοφόρος — στοματορραγία — απροσέγγιστος — σαγματοπωλείο — παζαριλίκι — πυτιάζω — κορνέττα — ξυσμούρα — κοινωνιολογία — γανωματζής — ψυχοδυναμικός — ελατάκι — σινδόνη — εμπειρικός — γυροσκόπος — χοντρόκοκκος — λοκάουτ — κουτσοδόντα — κατάρρευση — εξπρεσσιονίστρια |
|||