Новогреческий словарь
ακροβατικό
ακροβατικό
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ακροβατικό
? —
#
(ново)греческий словарь
—
λυράρης
—
χασματώδης
—
ενσωματωμένος
—
ασύμβατος
—
πηγαινοφέρνω
—
εξωσωματικός
—
αξεδίψαστος
—
κεί
—
συγγραφή
—
ανασκίρτημα
—
βαθιά
—
συγκερνάω
—
τοιχοκολλάω
—
ασβεστόλακκος
—
διασταλάζω
—
χολοκυστογραφία
—
καθοδικός
—
αζόριστος
—
χρεώστις
—
λινόσπορος
—
ασύλληπτος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве