|
η кадушка; бадья #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово кадушка? — βουτίνα как на (ново)греческом будет слово бадья? — βουτίνα как с (ново)греческого переводится слово βουτίνα? — кадушка, бадья — σχοίνος — μηδέν — μαλάκισμα — τυμβωρυχία — συντηρημένος — αγέννηγος — μηδικός — φίλιππος — μαϊντανός — δετός — νοημοσύνη — ντάρα — μαθητός — πρόσληψη — Γιεκατερίνμπουργκ — παχνί — πικροπηγή — συμμοριακός — αγγελοκαμωμένος — κατοχικός — τετράφυλλος |
|||