|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово σβωλαράκι? — — τιμητής — συναδελφότητα — αρτιμελής — θηριόμορφος — τρακάρω — κεραυνοβολία — γιγαντωμένος — παραέξω — άνασσα — ιδιοσυγκρασιακός — τσιγγουνιά — ηλεκτραρνητικότητα — κορυφάδα — κατεπειγόντως — πλατύστομος — παγοθραύστης — αναλικνίζω — ότι — εγκιβωτισμός — γυροβόλημα — σταυροπηγιακός |
|||