|
το фиорд, фьорд #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово фиорд? — φιόρντ как на (ново)греческом будет слово фьорд? — φιόρντ как с (ново)греческого переводится слово φιόρντ? — фиорд, фьорд — ψυχογράφος — καπριτσιόζα — μικροκομματικός — τεθλασμένος — αμαξοειδής — χαρτί — κηπουρός — γελαδότριχα — Ιαπωνία — σφουγγαρίζω — ανούσιος — μετατοπισμένος — χούφτα — αγωγιμόμετρο — θώραξ — πρώην — υποθηκεύω — γωβιός — ναρκοπέδιο — δευτεραγωνίστρια — αμεσίτευτος |
|||