|
αντιδραστικός махровый реакционер #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово махровый реакционер? — βαμμένος как с (ново)греческого переводится слово βαμμένος? — махровый реакционер — πρωτοβάθμιος — ετερότονος — γενίκευση — απαράπειστος — δεκαπενταέτης — φυσιούμαι — ψυλλίζω — φάντασμα — ζευλόράμμα — λινοβάμβακος — φτειαγμένος — σμπαράλια — λεβέτι — απομυζώ — επισκεπτήριο — δεκαρολογώ — αφουγκράζομαι — βιολίστρια — λουκουμάκι — ξερνώ — ξεθαμπώνω |
|||