|
обошедшийся без сватов #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово обошедшийся без сватов? — απροξένεφτος как с (ново)греческого переводится слово απροξένεφτος? — обошедшийся без сватов — τουρκοπατημένος — μαγκιά — ταχυμάθεια — ζάκχαρις — ωτολογία — ένθερμος — κιβωτός — διαπλοκή — μαθηματικά — γευστικότης — καρμίρω — αποκλειστικότητα — ακριβώς — χαλκογραφώ — υπαγορεύω — μονοτάξιος — μυταρού — εκατοστημόριο — παθολόγος — εσοχή — βουκολώ |
|||