Новогреческий словарь
επεξετάθην
επεξετάθην
παθ. αόρ. от επεκτείνω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
επεξετάθην
? —
#
(ново)греческий словарь
—
αθέτηση
—
νεραντζιά
—
κορύφωμα
—
τιμοκρατικός
—
πενθηφορώ
—
άκριτος
—
πειθώ
—
λαχανάς
—
φιλάσθενος
—
γυναικοθήρας
—
ακυρώνω
—
αφιλοχρηματία
—
φτισικός
—
φρεγάδα
—
ομματίδιον
—
περίγραπτος
—
τοξικός
—
σμηνίας
—
τεκμηριωτικός
—
μεφιστοφελικός
—
σταγονόμετρο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве