|
ο хронофотографический аппарат #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово хронофотографический аппарат? — χρονοφωτογράφος как с (ново)греческого переводится слово χρονοφωτογράφος? — хронофотографический аппарат — δυσώδης — παρατηρητέον — βελονισμός — ψυχοπονιάρικος — μαδέρα — ανθότυρο — αβράχνιαστος — ομφαλίς — γραικικός — Εσμεράλδα — παρατύπωμα — διοικητικά — αδενικός — δήλιος — εγγυητικός — περούκα — αντισκόβω — αστερέωτος — διαθρυλώ — χρησιμοθήρας — μερίδιο |
|||