Новогреческий словарь
αστηθος
αστηθ|ος
с неразвитой грудью
(о женщине)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
с неразвитой грудью
? —
αστηθος
как с
(ново)греческого
переводится слово
αστηθος
? — с неразвитой грудью
#
(ново)греческий словарь
—
ανθόκηπος
—
εφυάλωση
—
βιβλιοπώλης
—
ανεμογράφος
—
επιμελητήριο
—
αναδημοπρασία
—
παραγγελιοδόχος
—
περιτριγύρισμα
—
πλοίο
—
βολεμένος
—
αξεθύμαστος
—
ερνατικιά
—
μπαουλοντίβανο
—
ποταμήσος
—
απολείπω
—
προεπίδοση
—
ραχιαλγία
—
ολίγον
—
συναυτουργός
—
τρίμμα
—
ντρέπομαι
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве