Новогреческий словарь
φεμινιστής
φεμινιστ|ής
ο
феминист
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
феминист
? —
φεμινιστής
как с
(ново)греческого
переводится слово
φεμινιστής
? — феминист
#
(ново)греческий словарь
—
αχυράνθρωπος
—
αυτοκριτική
—
μετρητής
—
συντηρητικότητα
—
βαστάζω
—
στεφανηφορώ
—
σκοτώνω
—
άναστρος
—
χιλιογραμμόμετρο
—
μώλωμα
—
μεταβατικότητα
—
φλεβώδης
—
ανήσυχος
—
κρεμάμενος
—
περμανάντ
—
ξερραγιάρω
—
επισταμένος
—
επιγραφίδα
—
αναδικάζω
—
ηλεκτροληψία
—
τσαγκάρης
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве