Новогреческий словарь
καλόπιοτος
καλόπιοτ|ος
приятный, вкусный
(о напитках)
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
приятный
? —
καλόπιοτος
как на
(ново)греческом
будет слово
вкусный
? —
καλόπιοτος
как с
(ново)греческого
переводится слово
καλόπιοτος
? — приятный, вкусный
#
(ново)греческий словарь
—
δυσκολογνώριστος
—
εναντίωνομαι
—
υπνωτίστρια
—
βαγαπόντης
—
αυλόπορτα
—
ομοιόμορφον
—
ακατάσβεστος
—
ριζώννομαι
—
καλαμπόρτζος
—
λεγάτος
—
φημισμένος
—
ανετυμολόγητος
—
ενδοσκόπηση
—
χιλιμίντρισμα
—
σά
—
αποικοδόμηση
—
γατήσιος
—
βασισμένος
—
ενστάβλιση
—
λωβιάρης
—
αποσαλεύω
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве