Новогреческий словарь
ρωμιοσύνη
ρωμιοσύνη
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
ρωμιοσύνη
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ανετοίμαστος
—
ομολόγημα
—
λείανση
—
απογυρίζω
—
οστεώδης
—
μακρυχέρης
—
προέχω
—
καμουφλάρω
—
πυρετώδης
—
χώσιμο
—
μπουσουλάω
—
πιθανός
—
απόκεντρος
—
εσχαρώνω
—
ανάγλυπτος
—
στεντορείως
—
καθιέρωση
—
μετακόμιση
—
παλιννόστηση
—
εξαλλαγή
—
κακοπάθεια
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве