|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ξανθοκυανωπία? — — κέρωμα — νιαούρισμα — άδεια — λιγοθύμισμα — παραλία — αντικειμενικότητα — μακρόστενος — δοξομανής — αυτοεξορίζομαι — ασάλιωτος — κακαδιάζω — αλεξήλιον — κοινόβιο — πίκρισμα — μεταβαίνω — σιγά — σερβιτσάλι — τιτλοφόρος — μυρωδάτος — σκορδοκαΐλα — θερμόμετρο |
|||