|
ничком #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ничком? — πρηνηδόν как с (ново)греческого переводится слово πρηνηδόν? — ничком — μαγματικός — χρονοτριβώ — ευπλαστικός — αλληλαδέλφια — εξαέτις — ημερονύκτιο — εφετινός — σβεννύω — γαλακτοπωλείο — αγνοώ — γεννητάρι — αχρόνιαστος — βιοαποικοδομήσιμος — προσκύνημα — άβαφος — υπερβόρειος — βελτιώνομαι — λιπαντέλαιο — σκυλίτσα — εντόπιος — διέταμον |
|||