|
το омовение (у мусульман) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово омовение? — απτέσι как с (ново)греческого переводится слово απτέσι? — омовение — πουρμπουάρ — φωτοειδησεογραφία — εγγικτικός — σταχτοθήκη — ξύστρα — εξογκωμένος — ξηρότητα — μπατίρω — μπουκάρισμα — νανοφυία — δερμονίζω — ιεραρχικώς — χειρομάντισσα — καραβάνας — βόγγημα — ρεγκλάν — δωσίλογος — ήρεμος — μισόσκεπος — εξανίσταμαι — αξεφλούδιαστος |
|||