Новогреческий словарь
αντικρυστός
αντικρυστός
находящийся напротив
;
~ χορός — танец(__,__) в котором пары танцуют визави
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
находящийся напротив
? —
αντικρυστός
как с
(ново)греческого
переводится слово
αντικρυστός
? — находящийся напротив
#
(ново)греческий словарь
—
μονοτσάμπουνο
—
ξακολουθώ
—
μεροδούλι
—
ριζοτομώ
—
φεγγαρένιος
—
αιμοδυναμική
—
ανοργάνιστος
—
διευκρινής
—
προέλαση
—
τελείως
—
εντεταλμένος
—
απορριμματοφόρο
—
ενθάδε
—
αλεώριον
—
αγερωχία
—
ξηστρεφτή
—
συναλλάσσομαι
—
μειοψηφία
—
μισάωρο
—
καλοριζικεύω
—
δασολογίκή
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве