|
крокодиловый; === ~ια δάκρυα — крокодиловы слёзы #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово крокодиловый? — κροκοδείλιος как с (ново)греческого переводится слово κροκοδείλιος? — крокодиловый — ύπουλος — αποφλεγμαχισμός — μακρήγορος — εφτάρα — εξοργίζω — βαγιοκλαδίζω — αλληλοσφαγή — εκδύω — δραματουργία — νεροπρίονο — σφαγιασμός — ερμαφρόδιτος — απρομελέτητος — προκριματικός — αναποδιάζω — λεμονοστύφτης — μανέστρα — αρχοντάνθρωπος — υπνώνω — πολιτοφύλακας — διήμερο |
|||