Новогреческий словарь
ανόργητος
ανόργητ|ος
незлобивый, кроткий
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
незлобивый
? —
ανόργητος
как на
(ново)греческом
будет слово
кроткий
? —
ανόργητος
как с
(ново)греческого
переводится слово
ανόργητος
? — незлобивый, кроткий
#
(ново)греческий словарь
—
πρατηριούχος
—
αιτιοκρατία
—
μικροτεχνία
—
συνδικαλιστής
—
δημοκοπικά
—
υπνιάρα
—
ετερόρρυθμος
—
κάκητα
—
γελοκλαίω
—
τορπιλλοθέτις
—
βουτσέλι
—
μεγαλοπρέπεια
—
εμφατικός
—
εγγράψιμος
—
απόζευξη
—
καταχώνω
—
παρόραμα
—
πολιτευόμενος
—
συγνώμη
—
βρωμογύναικα
—
άπλαστος
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве