Новогреческий словарь
οικοπεδάκι
οικοπεδάκι
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
οικοπεδάκι
? —
#
(ново)греческий словарь
—
ίνα
—
συνοικιακός
—
άφορος
—
διαβολομπαντιέρα
—
δασονόμος
—
τάρα
—
συμπυκνωτής
—
αποφοιτώ
—
φωνογραφικός
—
εύχυμος
—
εγκυμονώ
—
ατσιγάριστος
—
κλωστική
—
παρέαση
—
καπριτσιόζικα
—
διαρρίπισμα
—
τουρτούρισμα
—
υποτονικά
—
μιλτόχρους
—
ρουλεταρτζής
—
αιμογλοβίνη
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве