Новогреческий словарь
συνέπαθον
συνέπαθον
αόρ. от συμπάσχω
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как с
(ново)греческого
переводится слово
συνέπαθον
? —
#
(ново)греческий словарь
—
εσοδεία
—
ορνιθοτρόφος
—
ανακρίνω
—
σαντακρούτα
—
εναρμονίζω
—
σαϊτιά
—
Ανθή
—
γλόμπος
—
συρματουργείο
—
αποτηγανίζω
—
σακάτης
—
κακοκρίνω
—
χρυσωτής
—
μεσανός
—
αναμπαμπούλα
—
μισοσκότεινος
—
βούπα
—
λευκισμός
—
τεμαχίζω
—
είδωλο
—
οικογενειακώς
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве