Новогреческий словарь
δίωρος
δίωρ|ος
двухчасовой
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
двухчасовой
? —
δίωρος
как с
(ново)греческого
переводится слово
δίωρος
? — двухчасовой
#
(ново)греческий словарь
—
κουπί
—
ανιδρύω
—
αγούβιαστος
—
κοντυλογραμμένος
—
σουρτούκα
—
παρασκευή
—
παλλαϊκός
—
αρδευτήρι
—
ότι
—
χαλκολαμπρίτης
—
ρεφούζιο
—
συναισθητικός
—
εκπαραθυρώνω
—
ξαπλάρω
—
ζουζούνα
—
οιστρογόνο
—
φτωχοπρόδρομος
—
ανθιστάμενος
—
ληνοπατητής
—
πουδράρω
—
πεθαμός
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве